- Αποσπάσματα από άρθρο του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου στο Protagon
«Το πρόβλημα της παιδείας κατέστη άλυτο στον τόπο μας, γιατί γίνεται και αυτό, όπως όλα τα θέματα, αντικείμενο κομματικών ανταγωνισμών. Γίνεται δηλαδή αντικείμενο δημαγωγίας. Κάθε κυβέρνηση που έρχεται στην εξουσία, εννοεί να κάνει τη δική της εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η εκάστοτε αντιπολίτευση αντιδρά κατά της εκάστοτε μεταρρύθμισης, αναλαμβάνοντας έτσι την υποχρέωση να την ανατρέψει όταν έλθει η ίδια στην εξουσία. Εξαιτίας όλων αυτών δεν κατέστη δυνατή η πάγια εκπαιδευτική πολιτική, που είναι απαραίτητη για την προκοπή του τόπου». Με τη λιτή, όσο και περιεκτική αυτή διατύπωση, ο Κων/νος Καραμανλής συνόψιζε το 1976 τις βασικές αιτίες της χρόνιας υστέρησης του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Η πρώτη μεταρρύθμισηΗ πρώτη και μόνη συναινετική Μεταρρύθμιση της Μεταπολίτευσης Κ. Καραμανλή και Γ. Ράλλη, με τη συναίνεση του Ε. Παπανούτσου, εκτός από τις ιστορικές τομές της καθιέρωσης της δημοτικής, της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, της διαίρεσης του εξαταξίου Γυμνασίου σε Γυμνάσιο και Λύκειο είχε θέσει δύο σημαντικούς στόχους: πρώτον, την κατάργηση του μονόδρομου της Γενικής Παιδείας και τη στροφή στην Τεχνική – Επαγγελματική εκπαίδευση, με την ίδρυση των Τ.Ε.Λυκείων. Δεύτερον, την αλλαγή του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με την καθιέρωση των Πανελληνίων εξετάσεων στη Β’ και Γ΄ τάξη των Λυκείων, στα τέσσερα μαθήματα των «δεσμών». Με τις διπλές εξετάσεις, η τότε ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας πίστευε ότι καταπολεμάτο η ανάγκη προσφυγής στην παραπαιδεία, ενώ μειωνόταν το άγχος των υποψηφίων και ο παράγων τύχης της μιας εξέτασης. Παράλληλα, ο συνυπολογισμός του βαθμού του απολυτηρίου στην τελική βαθμολογία ενίσχυε το ενδιαφέρον των μαθητών για όλα τα μαθήματα του Λυκείου, ώστε να πάψει να λειτουργεί ως προθάλαμος των Α.Ε.Ι.
Η ελληνική πραγματικότητα ακύρωσε τους στόχους της Μεταρρύθμισης, που είχα την ευθύνη εφαρμογής της, ως αρμόδιος Υφυπουργός. Οι διπλές εξετάσεις διπλασίασαν φροντιστήρια και άγχος. Ο συνυπολογισμός του βαθμού του απολυτηρίου καθιέρωσε τη συναλλαγή γονέων και καθηγητών, με συνέπεια την αθρόα «παραγωγή» αριστούχων. Παρόμοια ήταν και η τύχη της στροφής προς την Τεχνική – Επαγγελματική εκπαίδευση. Υπό την πίεση των ιδεοληψιών της Αριστεράς, που θεωρεί ότι η σύνδεση της εκπαίδευσης με την οικονομία και την παραγωγική διαδικασία οδηγεί στην παραγωγή «φτηνού εργατικού δυναμικού για τα ντόπια και ξένα μονοπώλια», ενισχύθηκε το επίπεδο των θεωρητικών μαθημάτων στα Τ.Ε.Λ., σε βάρος των πρακτικών. Αποτέλεσμα, τα «αναβαθμισμένα» Τεχνικά Λύκεια και τα «ανωτατοποιημένα» Τ.Ε.Ι. παράγουν «υποβαθμισμένους» και μη συμβατούς με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, απόφοιτους. Είναι μία από τις αιτίες της διόγκωσης της ανεργίας των νέων και πριν από την κρίση.
Επιστροφή στο παρελθόνΗ σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, έπειτα από ένα διαρκές «ράβε-ξήλωνε» 40 χρόνων, επανέρχεται στις ρυθμίσεις του 1976: επιστροφή στα τέσσερα μαθήματα των πανελληνίων εξετάσεων. Επέκταση και στις τρεις τάξεις του Λυκείου εξετάσεων «πανελλήνιου τύπου». Συνυπολογισμός των ενδοσχολικών επιδόσεων. Παράλληλα, η στροφή στην Τεχνική Εκπαίδευση επιδιώκεται με άτολμα μέτρα, όπως η προσθήκη προαιρετικού τέταρτου έτους μαθητείας, χωρίς να αλλάζει ουσιαστικά ο ερμαφρόδιτος χαρακτήρας των ΕΠΑΛ. Ένας ακόμη άστοχος και άσκοπος πειραματισμός, χωρίς κανένα θετικό αντίκρισμα. Μόνες βέβαιες οι αρνητικές επιπτώσεις: πρόκληση αναταραχής στα Λύκεια από τις αλλαγές. Διόγκωση των φροντιστηρίων. Οικονομική αφαίμαξη των οικογενειών. Συναλλαγή για υψηλή βαθμολογία. Κυριαρχία της παπαγαλίας.
Ο κύκλος των χαμένων «μεταρρυθμίσεων»Συνεχίζεται αδιάπτωτα η παρέλαση των «μεταρρυθμιστών» Υπουργών, που επιμένουν να ανακαλύψουν τον εκπαιδευτικό τροχό που θα φέρει το όνομά τους. Χωρίς να διδάσκονται από τα λάθη προκατόχων τους, τα οποία και επαναλαμβάνουν. Χαρακτηριστικά, υπενθυμίζω ότι τα τέσσερα μαθήματα των πανελληνίων εξετάσεων του 1980 αυξήθηκαν σε 13 επί Αρσένη, για να μειωθούν σε εννέα επί Ευθυμίου, και σε έξι επί Γιαννάκου. Σήμερα, επανερχόμαστε και πάλι στα τέσσερα, με την εξωφρενική μάλιστα δήλωση του αρμόδιου Υπουργού ότι «η μείωση της εξεταστέας ύλης… ενισχύει την κριτική σκέψη»!
ΚαταλύτηςΤο εκπαιδευτικό μας σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί εκ βάθρων. Όχι μόνο ως προς το οργανωτικό του σχήμα, στο οποίο έχουν αναλωθεί, ανεπιτυχώς, όλες οι μεταρρυθμιστικές απόπειρες, αλλά, κυρίως, ως προς το περιεχόμενό του. Οι Έλληνες μαθητές φορτώνονται με άχρηστες γνώσεις από ακατάλληλα προγράμματα και βιβλία που δεν επιτρέπουν καμία αυτενέργεια και πρωτοβουλία στους εκπαιδευτικούς. Μνημείο συγκεντρωτισμού και γραφειοκρατικής αντίληψης, οι 120 σελίδες, με τις λεπτομερειακές ρυθμίσεις, του νόμου για τα Λύκεια.
Καταλύτης για μια συνολική μεταρρύθμιση της Παιδείας είναι το σύστημα πρόσβασης από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό επηρεάζει αρνητικά ολόκληρο το οικοδόμημα της εκπαίδευσης. Και προς τα κάτω, τα Λύκεια παραμένουν προθάλαμος των ΑΕΙ. Και προς τα πάνω, τα Πανεπιστήμια υποδέχονται, σε μεγάλο βαθμό, ακατάλληλους σπουδαστές. Οι αλλεπάλληλες αλλαγές του ιδίου, κατά βάση, συστήματος δεν επέφεραν καμία βελτίωση στις χρόνιες στρεβλώσεις της δημόσιας εκπαίδευσης.
Κρίσιμο σημείο η γενικευμένη σύγχυση μεταξύ της έννοιας του Διαγωνισμού και της Εξέτασης, διαγνωστικής του επιπέδου γνώσεων.Στον Διαγωνισμό στόχος δεν είναι η επίδοση σε σχέση με ένα ορισμένο επίπεδο γνώσεων. Στόχος είναι η καλύτερη επίδοση σε σχέση με αυτή των συνυποψηφίων. Στην απλή εξέταση στόχος είναι η απόδειξη κατοχής του απαιτούμενου επιπέδου γνώσεων. Όσο οι εισαγωγικές εξετάσεις έχουν τον χαρακτήρα διαγωνισμού, (συναγωνισμός περισσότερων υποψηφίων για λιγότερες θέσεις), οι δυσπλασίες της παιδείας (φροντιστήρια, παπαγαλία κ.λπ.) δεν πρόκειται να εκλείψουν. Αντλώ το παράδειγμα από τον αθλητισμό. Στους προκριματικούς αγώνες ο αθλητής αγωνίζεται να φτάσει το επίπεδο του ορίου πρόκρισης. Στους τελικούς αγωνίζεται να ξεπεράσει τους συναθλητές του. Και μπορεί να βγει νικητής με επίδοση κατώτερη των προκριματικών, εάν οι συναθλητές του επιτύχουν χειρότερες επιδόσεις. Γι’ αυτό και η προσφυγή στα αναβολικά αποτελεί κανόνα. Στις εισαγωγικές εξετάσεις το φροντιστήριο είναι το «αναβολικό».
Γι’ αυτό ο χαρακτήρας των εισαγωγικών εξετάσεων πρέπει να αλλάξει. Δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε την πυρίτιδα, το δικό μας, ελληνικό σύστημα. Ας υιοθετήσουμε επιτέλους ένα από τα επιτυχημένα συστήματα ευρωπαϊκών χωρών, προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα. Σύμφωνα με την εμπειρία μου αυτό συνεπάγεται:
Αξιόπιστο τίτλο πρόσβασης από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο που να πιστοποιεί την επάρκεια του υποψηφίου για ανώτερες σπουδές.
Ελεύθερη αλλά και αδιάβλητη επιλογή από κάθε ΑΕΙ και ΤΕΙ εκείνων των υποψηφίων που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που το ίδιο έχει θέσει.
Αναδιάταξη των πανεπιστημιακών σπουδών σε προπτυχιακό, πτυχιακό και μεταπτυχιακό κύκλο. Η αξιολόγηση των σπουδαστών από κύκλο σε κύκλο θα γίνεται μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα από τους ίδιους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους τους. Παντού «γέφυρες» ώστε ο κάθε σπουδαστής να μπορεί να αλλάζει προσανατολισμό είτε μέσα στο ίδιο πανεπιστημιακό ίδρυμα είτε από πανεπιστήμιο σε πανεπιστήμιο.
*Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός Παιδείας.